- φιλοδυτικός
- -ή, -όαυτός που πολιτικά τοποθετείται με το μέρος του λεγόμενου δυτικού κόσμου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φιλοδυτικός — ή, ό, Ν αυτός που αποβλέπει σε προσέγγιση με χώρες τής Δύσης («φιλοδυτική πολιτική»). [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + δυτικός] … Dictionary of Greek
φιλ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό μεγάλου αριθμού ονομάτων, καθώς και ελάχιστων ρημάτων (που θα έπρεπε πιθ. να θεωρηθούν ως μετονοματικά παρ. αμάρτυρων τ.) όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο επίθ. φίλος. Τα σύνθ. με φιλ(ο) ανήκουν στην… … Dictionary of Greek